Ο Βίος του Αγίου Λαζάρου
Ο Βίος του Αγίου Λαζάρου
Ο άγιος Λάζαρος, ήταν Εβραίος και καταγόταν από τη Βηθανία, μια κώμη τρία περίπου χιλιόμετρα στ’ ανατολικά της Ιερουσαλήμ. Είναι γνωστός ως “τετραήμερος και φίλος του Χριστού”: “τετραήμερος” από το γεγονός της ανάστασης του από το Χριστό τέσσερις μέρες μετά το θάνατο και την ταφή του.
Ο Άγιος Λάζαρος, (Ελεάζαρ στα εβραϊκά) ήταν Εβραίος και καταγόταν από τη Βηθανία, μια κώμη τρία περίπου χιλιόμετρα στ’ ανατολικά της Ιερουσαλήμ. Είναι γνωστός ως «τετραήμερος και φίλος του Χριστού»: «τετραήμερος» από το γεγονός της ανάστασης του από το Χριστό τέσσερις μέρες μετά το θάνατο και την ταφή του. «φίλος του Χριστού» γιατί έτσι τον αποκαλεί η Αγία Γραφή , επισημαίνοντας τους φιλικούς δεσμούς του Κυρίου με όλη την οικογένεια: «Ηγάπα [ο Χριστός] την Μάρθαν και την αδελφήν αυτής [Μαρίαν] και τον [αδελφόν αυτών]Λάζαρον», μας πληροφορεί ο ευαγγελιστής Ιωάννης.
Πολλές φορές ο Χριστός φιλοξενήθηκε στο σπίτι τους . Κατά τη διάρκεια της τελευταίας πορείας Του από τη Γαλιλαία προς τα Ιεροσόλυμα, όπου πήγαινε για να σταυρωθεί «υπέρ της του κόσμου ζωής», κι ενώ ακόμα βρισκόταν μακριά, οι δύο αδελφές τον ειδοποίησαν ότι ο αδελφός τους, άρρωστος βαριά, πέθαινε: «Κύριε , ίδε ον φιλείς ασθενεί». Κι ο Κύριος, που δήλωσε πως αυτή η ασθένεια «ούκ έστι προς θάνατον αλλ’ υπέρ της δόξης του θεού», καθυστέρησε δύο μέρες κι ύστερα ξεκίνησε για τη Βηθανία, όπου έφθασε τέσσερις μέρες μετά την ταφή του Λαζάρου. Συγκινημένος στάθηκε μπροστά στο μνήμα και – σαν Κύριος της ζωής και του θανάτου – τον επανέφερε στη ζωή παρ’ όλον ότι ήταν «τεταρταίος» και «ήδη ώζε»
Αργότερα ο Λάζαρος αναγκάστηκε να ζητήσει καταφύγιο στο Κίτιο της Κύπρου, φεύγοντας την επιβουλή των αρχιερέων και φαρισαίων που ζητούσαν να τον σκοτώσουν:
«Εβουλεύσαντο δε οι αρχιερείς ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν, ότι πολλοί δι’ αυτόν υπήγον των Ιουδαίων και επίστευον εις τον Ιησούν». (Οι αρχιερείς τότε απεφάσισαν να θανατώσουν και τον Λάζαρον, διότι εξ αιτίας του πολλοί από τους Ιουδαίους έφευγαν και πίστευαν εις τον Ιησούν).
Πιθανότερος χρόνος φυγής του θεωρείται το 33 μ.Χ., και, συγκεκριμένα, ο καιρός του διωγμού που ξέσπασε μετά το λιθοβολισμό του πρωτομάρτυρος Στεφάνου, οπότε πολλοί χριστιανοί της Ιουδαίας «διασπαρέντες από της θλίψεως της γενομένης επί Στεφάνω, διήλθον έως Φοινίκης και Κύπρου και Αντιοχείας»
Κατά την παράδοση της Εκκλησίας ο Λάζαρος ήταν τριάντα ετών το 33 μ.Χ. όταν ο Χριστός τον ανέστησε εκ νεκρών . Έζησε δε άλλα τριάντα χρόνια στο Κίτιο και απέθανε γύρω στο 63 μ.Χ. σε ηλικία εξήντα ετών. Εδώ λοιπόν τον βρήκαν οι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας, όταν ήλθαν στην Κύπρο το 45 μ.Χ. και τον χειροτόνησαν πρώτο Επίσκοπο Κιτίου. Εποίμανε το ποίμνιό του για δεκαοχτώ χρόνια (45-63 μ.Χ.), οπότε πέθανε για δεύτερη φορά και ετάφη στο Κίτιο, εκεί όπου σήμερα υψώνεται ο βυζαντινός ναός του.
Δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες από τη ζωή του ως Επισκόπου στο Κίτιο γιατί δεν διασώθηκαν ή δεν υπήρξαν σχετικές γραπτές πηγές. Το έργο του όμως, όπως κι εκείνο των άλλων Επισκόπων της Κύπρου του πρώτου αιώνα, δεν θα πρέπει να ήταν καθόλου εύκολο λόγω της δύναμης που είχαν οι δυο αντίθετες προς το Χριστιανισμό δυνάμεις: η ειδωλολατρεία από την μια, που, εξ αιτίας της λατρείας της Αφροδίτης, ήταν πολύ δημοφιλής στην Κύπρο. και ο αντιχριστιανικός φανατισμός της εδώ πολυάριθμης και ισχυρής Ιουδαϊκής κοινότητας, από την άλλη, η οποία αντιδρούσε και αντενεργούσε με κάθε τρόπο στο έργο των Χριστιανών. Η Εκκλησία της Κύπρου χρειάστηκε να παλέψει σκληρά για πολύ καιρό ακόμα έως ότου εδραιωθεί.